1 Οκτ 2009

H μαγική βραδιά


Άλλο ποστ είχα ξεκινήσει να γράφω στο τιμημένο τούτο βλογ, άλλο θα αναρτήσω τελικά. Μετά τον άρτο, τα θεάματα. Δεν μπορώ να μη μιλήσω για την εξαιρετική παράσταση που είδα χθες βράδυ στο θέατρο του Chatelet: ήταν ο Μαγικός Αυλός του Μότσαρτ. Σιγά τα ωά, θα μου πείτε. Ένας μουρλός που περιφέρεται ασκόπως, ερωτεύεται από φωτογραφία μια χαζοχαρούμενη πριγκήπισσα, και μετά από πολλές κατάρες, μάγισσες και ξωτικά, βασίλισσες της νύχτας, ζήσαν αυτοί καλά κι εμείς νυσταλέα. Και όμως, αυτό το σενάριο για γέλια, όπως αυτό που έχουν δλδ οι περισσότερες όπερες του 18ου, μεταμορφώθηκε με την αξιοσημείωτη σκηνοθεσία του Jean-Paul Scarpitta, η οποία επέτρεψε στους τραγουδιστές να αναδείξουν το πραγματικά εντυπωσιακό εύρος της φωνής τους και στους θεατές να συγκεντρωθούν σ’αυτό. Για μια γεύση, εδώ.

Την υπόθεση την ήξερα, τη μουσική επίσης. Όχι τόσο λόγω κλασικής παιδείας (πόρρω απείχα στα νιάτα μου), αλλά γιατί πρόκειται για όπερα για αρχάριους, ιδιότητα η οποία με οδήγησε να δω την ίδια ακριβώς όπερα πριν χρόνια στο Βερολίνο. Τότε όμως είδα μια κλασική όπερα, με τα μεγαλοπρεπή της σκηνικά, τους πολυελαίους της, τα φαντασμαγορικά της κοστούμια και ό,τι άλλο συνεπάγεται μια υπερπαραγωγή (η Ζωζώ Σαπουντζάκη στην κορυφή έλειπε μόνο, αλλά τους συγχώρεσα γιατί είχε όλα τα υπόλοιπα). Χθες είδα μια παράσταση μίνιμαλ. Μέχρι χθες ήμουν φαν του είδους σε άλλες εκφάνσεις του: στη ζωγραφική, στην αρχιτεκτονική, στη διακόσμηση εσωτερικών χώρων. Από χθες είμαι του μίνιμαλ και στην όπερα. Εντάξει, δεν ξέρω αν η μίνιμαλ σκηνοθεσία μπορεί να έχει καθολική ισχύ στο συγκεκριμένο θέμα, αυτό που είδα πάντως με ενθουσίασε. Πομπώδη ήταν μόνο κάποια κοστούμια, εντελώς επιλεκτικά και όχι των πρωταγωνιστών, η σκηνή είχε τη λιγότερα δυνατή διακόσμηση, κάποια σκηνοθετικά ευρήματα όπως ο αυλός που ίπταται και οι τρεις νεαροί βοηθοί του Ταμίνο που εμφανίζονται μόνο πάνω σε μια κούνια, δημιουργούσαν επαρκώς την αίσθηση του ονειρικού και του παραμυθιού, χωρίς να χρειάζονται σκηνικά με πούλιες και πλουμίδια. Ακόμη και ο διακριτικός φωτισμός βοηθούσε, αν και αυτό είναι το μόνο σημείο που με βρίσκει κάπως αντίθετη: σε έντονες σκηνές όπως η τελευταία, δεν χρησίμευε σε τίποτα η μονότονη παρουσία ενός μόνο προβολέα. Εκεί θα ήθελα Licht, mehr Licht, που έλεγε κι ο Γκαίτε.


Έτερο ευφάνταστο και ιδιαίτερα βολικό σκηνοθετικό εύρημα ήταν δύο ηθποποιοί-αφηγητές, οι οποίοι «έδεναν» πολύ χαριτωμένα κάποιες σκηνές για τον όχι και τόσο διαβασμένο θεατή. Το ότι μιλούσαν γαλλικά ξεκούραζε κάπως το μάτι από τους αντιπαθείς πλην απαραίτητους υπέρτιτλους.

Το τελευταίο που με ενθουσίασε, μπορώ να πω, ήταν η φύση της παράστασης. Δεν επρόκειτο για κανονική παράσταση, αλλά για πρόβα τζενεράλε. Εδώ υπάρχει το εξής ωραίο έθιμο: η πρόβα τζενεράλε μοιάζει με συμβατική παράσταση αλλά δεν είναι: οι τραγουδιστές εμφανίζονται κανονικά με τα κοστούμια τους, τα σκηνικά είναι όλα στημένα, οι μουσικοί παίζουν κανονικά (μόνο που δεν είναι ντυμένοι επίσημα), αλλά το θέαμα παραμένει ανοιχτό στο κοινό, με μειωμένα ή/και δωρεάν εισιτήρια, χωρίς αριθμημένες θέσεις, και με την πιθανότητα να διακόψει είτε ο μαέστρος είτε ο σκηνοθέτης όπου έχει παρατηρήσεις. Οι τραγουδιστές δε, έχουν δικαίωμα να μην εξαντλούν τα όρια της φωνής τους, αν υπάρχει λόγος. Αυτό έγινε και χθες. Ένα από τους πρωταγωνιστές δήλωσε κρυωμένος και τραγούδησε ελαφρώς πιο χαμηλόφωνα απ’οσο στην κανονική παράσταση.

Το πιο ωραίο όμως ήταν στην αρχή, όταν εκατοντάδες άνθρωποι, με τα καλά τους, διάφοροι φρεσκοσιδερωμένοι μεσήλικες και φτιασιδωμένες κυριούλες (αντιμετωπίζεται σαν κανονική παράσταση είπαμε), έτρεχαν αλλόφρονες να προλάβουν μια θέση λες και βρίσκονταν σε αστικό λεωφορείο που αναχωρεί! Αυτό το θέαμα με ενθουσίασε. Εκατοντάδες άνθρωποι να τρέχουν μέσα στο υπερπολυτελές θέατρο, σαν παιδιά που κυνηγιούνται και επιτέλους παύουν να παίρνουν τον χώρο και τον ρόλο τους στα σοβαρά. Και στη διάρκεια του έργου φάνηκε αυτό. Αυθόρμητα χειροκροτήματα και επευφημίες στις καλές ερμηνείες, γέλια τρανταχτά στις αστείες και μια αίσθηση γενικής συμμετοχής. Φαντάζομαι ότι κάπως έτσι θα ήταν και τα λαϊκό κοινό στο οποίο απευθυνόταν η όπερα τον 18ο. Αυθόρμητοι άνθρωποι που πήγαιναν στην όπερα για να διασκεδάσουν, ακόμα και για να τραγουδήσουν, όχι για να υποφέρουν από τρεις ώρες πλήρους ακινησίας και αλαλίας. Μπορεί λοιπόν η κλασική μουσική να βιωθεί και λίγο πιο εναλλακτικά, κι αυτή την προσέγγιση την οφείλω στην χθεσινή παράσταση.


4 σχόλια:

k2 είπε...

Κάθεσαι και μας περιγράφεις όλη την όπερα, με παιδεύεις εμένα να σου ανεβάσω τις φωτογραφίες και δεν γράφεις το πιο ενδιαφέρον απρόοπτο: πώς βρήκες δουλειά χάρη στην παράσταση! :)

Ανώνυμος είπε...

α, Κουπέπι1? Τι είναι αυτά που λέει το άλλο Κουπέπι, εεε???

έχεις δίκιο γι'αυτό που λες για την όπερα: έχει μετατραπεί σε μαρτύριο ακινησίας και σοβαροφάνειας, ενώ στην ουσία της ήταν ένα θέαμα κανονικό, σαν όλα τα άλλα, σαν τις συναυλίες ή το θέατρο σήμερα.

Ευτυχώς που υπάρχει κι ο Βόλφγκανγκ, αλλιώς θα την μισούσα, ειλικρινά! :)

[Κουπέπι 2, μείνε συντονισμένο, ε? ;) ]

k1 είπε...

Μην πυροβολείτε ρε παιδιά. Απλώς σκεφτόμουν ότι η ανεύρευση εργασίας μέσω Μότσαρτ πρέπει να αποτελέσει ξεχωριστό ποστ. Έπειτα, περιμένω να δω αν θα φτουρήσει η δουλειά. Φαντάζεστε ν'άνοίξω σαμπάνιες για τις 3 μέρες που μου πρότειναν?

ΥΓ. Ξενιτεμένοι και απαναπατρισθέντες, συσπειρωθείτε και ρίξτε παρακαλώ το βόλι σας και για μένα την Κυριακή...

Τουρνέ στα νησιά είπε...

"ανεύρεση εργασίας μέσω Μότσαρτ" χαχα τρελή ατάκα!
πολιτιστικό το come back!