8 Οκτ 2012
Κωνσταντινούπολη 2004-Αθήνα 2012
11 Απρ 2012
Το πουκάμισο το θαλασσί
12 Μαρ 2012
Ο επιμένων ελληνικά

Είχα μια κουβέντα τις προάλλες περί ανέμων και υδάτων και αναφέρθηκε, μεταξύ άλλων, το χιλιοειπωμένο "προτιμάτε ελληνικά προϊόντα, στηρίξτε την ελληνική οικονομία". Είναι μια ατάκα τόσο κλισέ και τόσο διαδεδομένη σε όλο το πολιτικό φάσμα (από βαθιά δεξιόστροφη, ξενοφοβική μερίδα μέχρι τον αριστερό εθνικό προστατευτισμό) που την έχω κατατάξει στο απόλυτο τίποτα. Έχω πολλές ακόμα στη συλλογή μου, όπως "είμαι κατά της βίας", "οι καλοί πεθαίνουν νέοι", και άλλα αποικιακά εδώδιμα. Τα κλισέ έναν ρόλο έχουν στη ζωή μας: να ερμηνεύονται κάθε φορά με τον τρόπο που μας βολεύει και ν'αποκτούν το περιεχόμενο που τους δίνουμε. Πλην όμως, όταν κάθεται η μπίλια στην κυρίαρχη ερμηνεία, το πράγμα σπάνια επιδέχεται εναλλακτική προσέγγιση. Όταν δλδ κάποιος δηλώνει εναντίον της βίας, δεν το κάνει επειδή έχει αναλύσει όλες τις μορφές βίας που υπάρχουν (σωματική, κοινωνική, πολιτική, ψυχολογική, κρατική, επαναστατική κλπ) για να καταλήξει στη συλλήβδην απόρριψή τους αλά Μαχάτμα Γκάντι, αλλά συνήθως αναπαράγει την αντιδραστική θέση, βάσει της οποίας νομιμοποιεί εν τοις πράγμασι μία συγκεκριμένη μορφή βίας, φορέας της οποίας είναι συνήθως το κράτος και οι/τα συν αυτώ.
Με τον ίδιο τρόπο, το κλισέ "προτιμάτε ελληνικά προϊόντα" σπάνια αποτελεί προϊόν βαθέος πολιτικού στοχασμού περί οικονομικού προστατευτισμού σε εθνικό ή/και ευρωπαϊκό επίπεδο. Συνήθως προτρέπει στο άδειασμα του κοντινότερου σούπερ-μάρκετ με κριτήρια αποκλειστικά εθνικά. Ποια σοκολάτα παράγεται στην Ελλάδα; Αυτήν και παίρνουμε για να πιάσουμε υψηλό σκορ στο ελληνόμετρο. Αν κάνεις και καμιά ερώτηση παραπάνω στον υπερασπιστή της θέσης αυτής, σου πετάει και μια μεγαλοπρεπή "εθνική αλληλεγγύη" και σε κάνει αλοιφή.
Να τη δεχτώ την αλληλεγγύη, αφού είναι άλλωστε η έννοια που χρειαζόμαστε πιο πολύ απ'οποιαδήποτε άλλη την εποχή αυτή. Ποια αλληλεγγύη όμως, σε ποιους ακριβώς και με ποιους όρους; Αδειάζοντας τα ράφια του σούπερ-μάρκετ με γνώμονα το εθνικό (ουχί ακαθάριστο) προϊόν, σ'αυτόν που σίγουρα δείχνεις αλληλεγγύη είναι στο βιομήχανο που το εκμεταλλεύεται. Ο παραγωγός κι ο εργάτης που δουλεύουν για να το παράγουν συχνά υποαμείβονται και ζουν μονίμως με το σηκωμένο αντίχειρα του ιδιοκτήτη πάνω απ'το κεφάλι τους, με την απειλή ότι αν ζητήσουν πιο αξιοπρεπείς απολαυές ή συνθήκες εργασίας, θα πάει τα κουβαδάκια του σε άλλη παραλία (πρώτα Βουλγαρία, μετά Κίνα και τέλος υποσαχάρεια Αφρική, κατά σειρά εμφανίσεως). Η δική σου συμμετοχή σ'αυτό το παιχνίδι δε, σε τίποτα δεν βοηθάει τον εν λόγω βιομήχανο να δείξει μεγαλοψυχία επειδή αυξάνονται τα κέρδη του με τη δική σου ταπεινή συνεισφορά. Πόσες ελληνικές εταιρίες έχουμε δει να κατανέμουν τα κέρδη στη βασική πηγή της ύπαρξής τους, στον παραγωγό και στον εργάτη; Προσωπικά δεν είχα την τύχη να γνωρίσω εργάτες και παραγωγούς που πλούτισαν επειδή τ'αφεντικά τους έκαναν χρυσές δουλειές. Αντίθετα, έχω δει πολλά αφεντικά, παρά τις κάθε χρόνο αυξημένες πωλήσεις τους εδώ, να φεύγουν ούτως ή άλλως για παραδείσους μακρινούς (ή όχι και τόσο), γιατί δεν είναι ηλίθιοι να πληρώνουν εδώ αξιοπρεπείς μισθούς τη στιγμή που στη Βουλγαρία θα παράγουν με υποπολλαπλάσιο κόστος.
Δεύτερον, το κλισέ "προτιμάτε ελληνικά" γίνεται η κολυμβήθρα του Σιλωάμ για οποιοδήποτε παράπτωμα της εταιρίας ή του προϊόντος. Το ελληνόσημο δλδ είναι ικανό να αντικαταστήσει ελέγχους ποιότητας, τιμών, διανομής, ανταγωνισμού και άλλα πολλά ων ουκ έστιν αριθμός. Με ένα απλό παράδειγμα, δεν καταλαβαίνω γιατί πρέπει να προτιμώ την τάδε ελληνική βιομηχανία γάλακτος, όταν έχει βουίξει ο τόπος για τα μεταλλαγμένα που ταϊζει τα ζώα της. Θα μου πεις,η αντίστοιχη ιταλική δεν μπορεί να κάνει το ίδιο; Φυσικά και μπορεί, αλλά ας ορίσουμε το αγοραστικό μας κριτήριο με βάση την ποιότητα, τις τιμές, τις συνθήκες παραγωγής και τελευταία την προέλευση.
Και για να μην παρεξηγηθώ, δεν είμαι καθόλου εναντίον του Έλληνα παραγωγού, αγρότη, εργάτη κλπ. Υπέρ του είμαι, όπως και είμαι υπέρ όλων των άνωθι κατηγοριών πάσας εθνικότητας. Για να δείξω την αλληλεγγύη μου όμως, θα ψωνίσω από τον ίδιο αν μπορώ (βλ. επανάσταση της πατάτας στο Νευροκόπι), από το χωριό αν γίνεται (βλ. υγιείς συνεταιρισμούς), παρακάμπτοντας όχι μόνο τη μάστιγα των μεσαζόντων αλλά και τη μάστιγα των μεγάλων μονάδων παραγωγής που λειτουργούν με όρους ληστρικούς κι εκβιαστικούς, όχι επειδή είναι ελληνικές αλλά παρά το ότι είναι ελληνικές. Γιατί η μεγάλη παραγωγή δεν έχει πατρίδα και το αποδεικνύει περίτρανα σε καθημερινή βάση. Εμείς γιατί έχουμε κολλήσει;
13 Φεβ 2012
Σκόρπιες σκέψεις της επόμενης μέρας

2. Μου έκαναν εντύπωση οι οικογένειες. 20χρονοι που μπορεί να κατέβαιναν γενικά σε πορείες (ή και όχι) με τους γονείς τους, προσπαθούσαν να πάρουν ανάσα από τους συνεχείς ψεκασμούς και ρωτούσαν ταυτόχρονα μέσα από την κάπνα και τον αχό «Πού είναι η μαμά;».
3. Δεν ήμασταν προετοιμασμένοι γι’αυτό. Πήγαμε σαν σε σχολική εκδρομή. Χωρίς μαντήλια, μααλόξ, μάσκες και όλο τον υπόλοιπο εξοπλισμό. «Μια συγκέντρωση θα είναι», σκεφτήκαμε. Κούνια που μας κούναγε...
4. Ακούγαμε για πολύ κόσμο ήδη πριν τις 5. Πλησιάσαμε στο Σύνταγμα γύρω στις 5.30 μαζί με άπειρο κόσμο που κατέβαινε ανοργάνωτα, χωρίς μπλοκ και πανό. Δεν καταφέραμε να φτάσουμε. Λίγο μετά την Ομήρου μύρισε δακρυγόνο παντού και το πλήθος προέβη σε τακτική υποχώρηση από το Σύνταγμα. Το ιδιο κι εμείς. Όταν ηρέμησαν λίγο τα πράγματα, κατεβήκαμε την Αμερικής προς Σταδίου για να μπούμε στην πλατεία από κάτω. Μέχρι τη γωνία φτάσαμε. Ο κόσμος φώναζε «μας ψεκάζουν» και υποχωρούσε.
5. Θαύμασα την αυτοσυγκράτηση και την ψυχραιμία ενός πλήθους που πνιγόταν, καιγόταν, ψεκαζόταν σαν κατσαρίδα, αλλά δεν ποδοπατήθηκε, δε λιποψύχησε και τελικά δεν υποχώρησε. Σχεδόν συγκινητικές οι φωνές που έρχονταν από παντού «Δε φεύγουμε, δε θα φύγει κανείς». Οι πιο οργανωμένοι ψέκαζαν με μααλόξ τους πιο ανοργάνωτους και όλοι δίναμε κουράγιο ο ένας στον άλλον.
6. Κατάφεραν να μας απωθήσουν ως τα Προπύλαια, τόσο καπνό δεν είχα ξαναδεί, όλη η Πανεπιστημίου πεδίο μάχης. Μείναμε για πολλή ώρα με πολύ κόσμο Σίνα και Ακαδημίας κοιτάζοντας τον πόλεμο που μαινόταν στην Πανεπιστημίου. Πέτρες και μολότοφ απ’τη μια, χημικά και γκλομπ από την άλλη.
7. Και τότε συνέβη το ανεπανάληπτο: ο κόσμος φώναζε στους αμυνόμενους, ενθάρρυνε τις μολότοφ, έπαιρνε πέτρες να τους βοηθήσει. Το μόνο σύνθημα που άκουγα όλες τις ώρες «Μπάτσοι, γουρούνια, δολοφόνοι». Ούτε για μνημόνια, ούτε για Παπαδήμους, ούτε για μεσομακροπρόθεσμα.
8. Στις πορείς με ενοχλούν βαθιά οι μαλάκες που πάνε για να σπάσουν και να αποπροσανατολίσουν τους πάντες από την ουσία για να ασχολούμαστε μετά μόνο με τα «επεισόδια». Χθες για πρώτη φορά στα χρονικά ένιωσα αλληλεγγύη με τους αμυνόμενους (τους «μπαχαλάκηδες» των καναλιών) και ευχόμουν να τα σπάσουν όλα, να μη μείνει τίποτα όρθιο, να πάρουν το αίμα όλων μας πίσω. Δεν έχω ξαναδεί τόση βία, τόση απρόκλητη επιθετικότητα, τόσο μένος για τόσες ώρες συνεχόμενες από τα ΜΑΤ.
9. Χθες κατάφεραν να μετατρέψουν χιλιάδες πασιφιστές σε μπατσοθήρες, σε ανθρώπους έτοιμους να τα σπάσουν όλα για να δείξουν για μια φορά πόσο τους πνίγει ο καπνός, τα χημικά και το δίκιο. Λες κι η πέτρα που θέλαμε όλοι να πετάξουμε θα μπορούσε να χτυπήσει την καρδιά της εικονικής πραγματικότητας και να αποδείξει πόσοι, πώς και γιατί ήμασταν εκεί. Από μια άποψη, το λες κι επιτυχία.
*Αφιερωμένο στη Μπουρμπουλήθρα που μου θύμισε από μακριά ότι η χθεσινή μέρα δεν είχε μόνο μαυρίλα.
9 Ιαν 2012
Δολοφονίες ελληνικών

Μέσα στις γιορτές, που ο κόσμος παραδοσιακά χαλαρώνει, βρήκα την ευκαιρία να διαβάσω λίγο περισσότερο από το συνηθισμένο. Έπεσε στα χέρια μου, μεταξύ άλλων, και το βιβλίο του Μεχμέτ Μουράτ Σομέρ, «Δολοφονίες Προφητών», εκδόσεις Πατάκη, σε μετάφραση από τα τουρκικά της Ιώς Τσοκώνα. Δεν πρόκειται για κάποιο αριστούργημα της τουρκικής λογοτεχνίας, ένα ευχάριστο αστυνομικό μυθιστόρημα είναι. Οπότε δεν θα το σύστηνα για άλλο λόγο πέρα από το ότι υπό κανονικές συνθήκες θα αποτελούσε ένα συμπαθές και ελαφρύ αστυνομικό ανάγνωσμα. Όμως ούτε καν γι’αυτό μπορώ να το συστήσω. Μέσα στις 277 σελίδες του έχει τόσα λάθη ελληνικών που είναι σχεδόν αδύνατο να πιστέψει άνθρωπος ότι το βιβλίο αυτό το είδε, εκτός από το google translate, και ανθρώπου μάτι, παρόλο που στην αρχή μας λέει ότι έχει περάσει και από διόρθωση. Η τυπική διόρθωση βέβαια δεν συμπεριλαμβάνει τη γλωσσική επιμέλεια, αλλά και πάλι δεν νοείται έκδοση βιβλίου με τόσα γλωσσικά λάθη. Δεν ξέρω πόσο ασύμφορο είναι να περάσει ένα βιβλίο και γλωσσική επιμέλεια, εγώ παραθέτω κάποια παραδείγματα και κρίνετέ το εσείς. Επεξηγώ μόνο τα σημεία που νομίζω ότι δεν βγάζουν νόημα για μη τουρκόφωνους.
Κάνοντας τρεις επιτυχίες, κατέβηκε στον κοσμάκη, ενώ αργότερα επανήλθε στην υψηλή κοινωνία όπου και ανήκε. (σ. 14)
[...]αργούσε πολύ για να αρχίσει. (σ.18)
Πολλές φορές μάλιστα κατορθώνω να απογειωθώ στο ύψος του κεφαλιού του αντιπάλου, με αποτέλεσμα να του τα χώνω στη μούρη. (σ.25) Προφανώς εννοεί ότι μπορεί να κλοτσάει τον αντίπαλο στο πρόσωπο.
[...]δεν αφιερώνω καθόλου χρόνο για την εμφάνισή μου (σ. 25)
Αυτή είναι βέβαια η δουλειά του, να ελέγχει όσους μπαίνουν στο μαγαζί, εγώ όμως είμαι το αφεντικό και δικαιούμαι έξτρα συμπεριφορά. (σ. 28) Ίσως και έξτρα πατατάκια.
Πώς πας ν’ακούσεις ζωντανή μουσική; Έτσι πας να δεις και τραβεστί life. (σ. 42) Υποψιάζομαι ότι το πρωτότυπο γράφει live ή canlı στα τουρκικά.
Άλλαξα το κάθισμά μου και πήρα μια πιο μοιραία πόζα. (σ. 51)
«Να πάρουμε ένα απ’το ένα κι ένα απ’το άλλο και να τα μοιραστούμε», είπε. «Έτσι δεν θα μένει το μάτι του ενός στο φαγητό του άλλου». (σ. 65) Τουρκισμός, εννοεί «έτσι δεν θα λιμπιστούμε/ζηλεύουμε ο ένας το πιάτο που παρήγγειλε ο άλλος».
«Λέω να ξεκινήσω με το νερουλό. Το ξερό θα το φάω καπάκι» (σ. 67) Φαντάζομαι ότι αυτό που μεταφράζει νερουλό είναι το τουρκικό sulu που κατά λέξη είναι ο νερουλός, για φαγητο όμως σημαίνει μαγειρευτό. Σε γενικές γραμμές το αντίθετο του ψητού (αυτού που μεταφράζει ξερό). Λέω φαντάζομαι, γιατί δεν έχω το πρωτότυπο στα χέρια μου.
Δε μου αρέσει να με πιάνουν απ’τη μούρη. (σ. 72)
[...]το σπίτι της ήταν στο Τζιχανγκίρ. Για την ακρίβεια στο Σιρασελβιλέρ. (σ. 12) Το Τζιχαγκίρ είναι πράγματι περιοχή, αλλά η Σιρασελβιλέρ δρόμος. Θα ήταν σα να λέγαγαμε «το σπίτι της ήταν στο κέντρο, στο Πανεπιστημίου».
Πήρα αμέσως τον Χασάν, ο οποίος, όπως είπαμε, εκτελεί καθήκοντα ληξιαρχείου. (σ. 79)
«Μαμά, μπορείς να μας φτιάξεις τσάι; Αν έχεις, φέρε και λίγους κουραμπιέδες». (σ. 86) Αυτό το λέει ένας φανατικός ισλαμιστής στη μαμά του, ο οποίος δεν γιορτάζει φυσικά Χριστούγεννα, απλώς ζητάει λίγα μπισκότα. Κουραμπιές στα τουρκικά είναι γενικά το μπισκότο.
Να, απ’αυτούς τους τελευταίους φοβάμαι. (σ. 93) Το ρήμα «φοβάμαι» συντάσσεται στα τουρκικά με αφαιρετική πτώση (φοβάμαι από κάτι), σε αντίθεση με τα ελληνικά.
Σε γενικές γραμμές τα κορίτσια, παρ’ότι σκοτώνονται μεταξύ τους, καταφέρνουν να αλληλοσυμπαραστέκονται σε ώρα ανάγκης. (σ. 107)
Είχε ωραίο πρόσωπο, αλλά ήταν υπερβολικά αγράμματη. (σ. 108)
Δύσκολα ξημερώθηκα. (σ. 122) Τουρκισμός. Εννοεί «δύσκολα έβγαλα τη νύχτα».
Έπρεπε να ρωτήσω σε κάποιον ειδικό. (σ. 130) Το ρήμα «ρωτώ» στα τουρκικά συντάσσεται με δοτική.
«Ο τύπος ήθελε να το δώσει! Εμένα όμως δε μου αρέσουν αυτά...[...] «Πήξαμε στους ανώμαλους. Τώρα τελευταία βγήκαν κι αυτοί που ντε και καλά θέλουν να το δώσουν σε εμάς. Αφού έχουν τέτοια καΐλα, γιατί δε βρίσκουν κανέναν μπρατσαρά να το ευχαριστηθούν κιόλας; Τι δουλειά έχω εγώ να πηδάω άντρες;» (σ. 138) Συνομιλία δύο τραβεστί. Αν δεν σας βγάζει νόημα ο διάλογος ξαναδιαβάστε τον αντικαθιστώντας το ρήμα δίνω με το ρήμα παίρνω. Στα τουρκικά «göt vermek» σημαίνει «δίνω κώλο» ή ελληνιστί «τον παίρνω». Το εντελώς αντίθετο δηλαδή.
Δυο μήνες κυνηγώ αυτή τη δουλειά και μόλις την έδεσα. (σ. 157)
Ο Αλί δε φαινόταν στη μέση. (σ. 200) Τουρκισμός. Εννοεί ότι ο Αλί ήταν άφαντος.
[Είχε] ένα καθιστικό, ένα υπνοδωμάτιο, μια κουζίνα που έβγαινε στη βεράντα. (σ. 242)
Από πού μας βγήκε κι αυτός; (σ. 257) Τουρκισμός. Εννοεί «από πού ξεφύτρωσε αυτός;»
Δεν έχουμε κρυφά ο ένας απ΄τον άλλο. (σ. 257)
Παρέθεσα μόνο κάποια παραδείγματα από ένα βιβλίο διάσπαρτο με τουρκισμούς, μεταφραστικά και εκφραστικά λάθη. Δεν ξέρω ποιος είναι υπεύθυνος και κυρίως δεν ξέρω καθόλου πώς λειτουργούν οι εκδόσεις Πατάκη, αλλά νομίζω ότι παρόλο που η μετάφραση/διόρθωση/επιμέλεια είναι δουλειά ομολογουμένως δύσκολη και συχνά κακοπληρωμένη, η προχειρότητα δεν μπορεί να δικαιολογηθεί, πολλώ δε μάλλον να θεωρηθεί αρετή.