5 Δεκ 2009

Ήταν 6 του Δεκέμβρη


Χρόνος κλείνει από την δολοφονία του Αλέξη Γρηγορόπουλου, το γεγονός που πυροδότησε την μεγαλύτερη εξέγερση των τελευταίων χρόνων στην Ελλάδα, τόσο μεγάλη που αυθόρμητα χαρακτηρίστηκε “Δεκεμβριανά”. Θέλω να καταθέσω μερικές σκόρπιες σκέψεις, καθώς ένας χρόνος είναι ένα ικανό διάστημα για να αναλογιστούμε τι μένει τελικά στο μυαλό μας από τον αναβρασμό στον οποίο συμμετείχαμε όλοι, εκόντες άκοντες. Γιατί υπάρχει η μία πλευρά που αντέδρασε, που κατέβηκε στους δρόμους και συμμετείχε ενεργά με όποιον τρόπο, ειρηνικό ή βίαιο, υπάρχει όμως και η σιωπηλή μερίδα που οχυρώθηκε σπίτι της και παρακολούθησε προβληματισμένη ή\και φοβισμένη τα γεγονότα να προλαβαίνουν τη σκέψη. Κανείς όμως δεν έμεινε αδιάφορος, κανείς δεν γύρισε την πλάτη του στα γεγονότα, καθώς σε καιρούς χαλεπούς δεν υπάρχει χώρος για ουδετερότητα. Όλοι αναγκάστηκαν να διαλέξουν στρατόπεδο. Κι αυτό από μόνο του δείχνει την έκταση, την ένταση και την χρονική συμπύκνωση που αποτυπώθηκε σε μια παρατεταμένη στιγμή.

Γιατί ασχολούμαστε έναν χρόνο μετά με τον Δεκέμβρη του 2008; Τι ήταν αυτό που συνέβη και θεωρούμε την ημερομηνία άξια αναφοράς; Ιδού κάποια χαρακτηριστικά, άτακτα και με τυχαία σειρά, που μου φαίνονται αξιοσημείωτα και διαφοροποιούν τον περσινό Δεκέμβρη από οτιδήποτε άλλο έχουμε δει:

1.Το γεγονός: 15χρονο παιδί δολοφονείται από όργανο της τάξης, ή αλλιώς κρατικό εντεταλμένο για την διασφάλιση της τάξης. Δεν ήταν η πρώτη φορά, ούτε ίσως και η τελευταία. Το γεγονός χαρακτηρίστηκε από το κράτος “μεμονωμένο περιστατικό” προκαλώντας τη μήνι χιλιάδων ανθρώπων. Το μεμονωμένο δεν το σχολιάζω, μοναδικό πάντως είναι σίγουρα αν συνυπολογίσουμε δύο ποιοτικά χαρακτηριστικά του εν λόγω εγκλήματος. Το πρώτο είναι η ιδιότητα του θύματος: από τις ελάχιστες φορές, για να μην πω η μόνη, που το νεαρό της ηλικίας συμβαδίζει και με Έλληνα καλής (μεγαλο;)αστικής οικογενείας. Συνήθως τα θύματα της αστυνομίας προέρχονται από περιθωριακές ομάδες είτε εθνικές/εθνοτικές, (μετανάστες, τσιγγάνοι) είτε κοινωνικές (ναρκομανείς, άστεγοι κλπ), ομάδες δλδ στις οποίες κατατάσσουμε τους πολίτες β' κατηγορίας. Υπήρξαν φυσικά και δολοφονίες Ελλήνων καθόλου δεύτερης κατηγορίας (βλ. Καλτεζάς, Τεμπονέρας κλπ), εδώ όμως ερχόμαστε στην δεύτερη ποιοτική διαφορά της περίπτωσης Γρηγορόπουλου που έγκειται στο ότι η πράξη τελείται εν κενώ. Εκτός δλδ οποιουδήποτε πολιτικού ή κοινωνικού πλαισίου. Σε κάθε άλλη περίπτωση προϋπάρχει υποχρεωτικά κάποιας μορφής αντιπαράθεση, είτε πρόκειται για οργανωμένη πορεία, είτε για κοινωνική αναταραχή, είτε για οποιαδήποτε σύγκρουση μεταξύ αστυνομίας και πολιτών. Ποτέ όμως δεν είχαμε παρόμοια κατάληξη Σάββατο βράδυ, σε μπαρότσαρκα, με μαθητές, φοιτητές και περίοικους που πίναν μπύρες στο κέντρο της Αθήνας, χωρίς να προηγηθεί σύγκρουση, η οποία, έστω και λειψά, να εξηγεί τον βρασμό ψυχής του θύτη (εκτός αν θεωρήσουμε σύγκρουση την ανταλλαγή υβριστικών συνθημάτων μεταξύ της πιτσιρικαρίας και των μπάτσων). Αυτή η παντελής απουσία συνεκτικού πλαισίου μεταξύ των συνθηκών τέλεσης της πράξης και της πράξης καθεαυτήν, η απουσία αιτίου-αιτιατού, κάνει την υπόθεση Γρηγορόπουλου μοναδική.

2.Η έκρηξη: η δεύτερη σκέψη που μου έρχεται στο μυαλό είναι η αναντιστοιχία γεγονότος και αντίδρασης. Σε λίγες μόνο ώρες στρατιές ανθρώπων ξεχύθηκαν στους δρόμους για να ενσαρκώσουν, ειρηνικά ή βίαια, το μεγαλύτερο κύμα αντίδρασης από την εποχή της μεταπολίτευσης. Τι πυροδότησε αυτη την έκρηξη; Η αμεσότητα της αντίδρασης αλλά και η καθολικότητά της, (όχι μόνο σε όλες τις πόλεις της Ελλάδας αλλά και σε πολλές του εξωτερικού) δεν αφήνει περιθώρια αμφιβολίας. Μια κοινωνία που συχνά χαρακτηρίζαμε εν υπνώσει (βλ. αφασία στα αλεπάλληλα σκάνδαλα, στις πυρκαγιές, στην οικονομική δυσπραγία), ξύπνησε μονομιάς σαν έτοιμη από καιρό. Εκτός ελέγχου, με τόσο μένος, τόση ένταση και βία, που ξεπέρασε τη φαντασία και του πιο ευφάνταστου παρατηρητή. Η απήχηση δε των διαδηλώσεων ξεπέρασε τα στενά όρια της Ελλάδας και απασχόλησε όχι μόνο διεθνή ΜΜΕ αλλά και σύσσωμη την κοινή γνώμη. Για να αναφερθώ στην μικρή μου εμπειρία, δεν υπήρξε άνθρωπος στο Παρίσι που να μη ρωτάει καθημερινά για τις εξελίξεις, να μην ενδιαφέρεται και να μην συμπάσχει. Για πρώτη φορά η λέξη Έλληνας στο εξωτερικό έγινε μονοσήμαντη και ήγειρε αποκλειστικά αναφορές στα Δεκεμβριανά.

3.Η κοινωνιολογία της βίας: Τι χαρακτηριστικά είχαν αυτές οι πορείες;

Καταρχάς μαζικότητα και αυθορμητισμό. Η εξέγερση δεν αποκρίθηκε στο κάλεσμα κάποιου πολιτικού κόμματος ούτε κοινωνικού φορέα. Οι διαδηλωτές συσπειρώθηκαν εντελώς αυθόρμητα και με υποτυπώδη αυτοοργανωση μέσω ΣΜΣ και διαδικτύου. Με πρωτοστάτες τους μαθητές, η συμμετοχή ήταν τόσο μεγάλη, που υποχρέωσε, λόγω του αριθμού και μόνο, την κοινωνία να ασχοληθεί μαζί τους και να μην τους γυρίσει για άλλη μια φορά την πλάτη.

Δεύτερον, βία. Η βία αποτελεί συστατικό γνώρισμα του περσινού Δεκέμβρη. Όχι από τους γνωστούς αγνώστους, ούτε από μια ομάδα αναρχικών, αλλά από μια σημαντική μερίδα των διαδηλωτών. Όχι την πλειοψηφούσα, ούτε την κυρίαρχη, αλλά σίγουρα μεγάλη και απολαμβάνουσα σε μεγάλο βαθμό την ανοχή και των συμμετεχόντων αλλά και μεγάλης μερίδας της κοινωνίας. Πριν ξεσπάσει η πλειοδοσία των καναλιών σε δημαγωγία για τους “μεροκαματιάρηδες που βλέπουν τις περιουσίες τους να καταστρέφονται”, δεν είδα και κανέναν ολοφυρμό για τις σπασμένες τράπεζες, τα Μc Donalds και τα εμπορικά κέντρα. Ίσα ίσα, τα “μεταδεκεμβριανά” γκράφιτι στους τοίχους του Παρισιού έγραφαν « comme en Grèce brulons toutes les banques » και τα πανό στις πορείες «Grèce générale », λογοπαίγνιο με το σύνηθες «Grève générale ».

Τρίτον, διάσπαρτος πανικός των ΜΜΕ και της πλειοψηφίας των κοινοβουλευτικών κομμάτων με συνακόλουθη, επαναλαμβανόμενη καταδίκη της βίας σε όλες της τις μορφές. Κι αυτή την καραμέλα την πιπίλαγε μέχρι και το βασιλικότερο του βασιλέως ΚΚΕ, λες κι αυτή η καταδίκη μάς βοηθάει να κατανοήσουμε το φαινόμενο ή δικαιολογείται ως αριστερή άποψη. Από πότε η Αριστερά ενσωματώνει την δεξιά αντίληψη περί εξίσωσης της βίας είτε αυτή είναι κρατική, επαναστατική, αντιστασιακή, ψυχολογική, πώς τσουβαλιάζει αλόγιστα τόσο διαφορετικές αλλά και αντιφατικές μεταξύ τους ενέργειες κάτω από την ίδια ταμπέλα και πώς καταδικάζει ελαφρά τη καρδία το κύριο μέσο κάθε επανάστασης; Αυτά για να μείνω στα προφανή. Γιατί πίσω από τις γραμμές, άλλη ανάγνωση προκύπτει. Το τόσο βολικό και εύπεπτο “καταδικάζουμε τη βία απ'όπου κι αν προέρχεται” δεν είναι τελικά ούτε τόσο αθώο ούτε τόσο κενό περιεχομένου όσο ακούγεται στην αρχή. Είναι η ουσιαστική εξίσωση της δολοφονίας ενός παιδιού με τη σπασμένη βιτρίνα ενός μαγαζιού. Αυτές τις δύο μορφές βίας, λοιπόν, ο δυτικός πολιτισμός έμαθε να μην τις καταδικάζει εξίσου και να μην τις ταυτίζει ασκώντας πολιτική ίσων αποστάσεων. Γι'αυτό και δεν τις τιμωρεί και εξίσου. Αν ο λαϊκισμός της πλειοψηφίας των κοινοβουλευτικών κομμάτων δεν έχει όρια, οι αξίες με τις οποίες μεγαλώσαμε έχουν, και πολύ διακριτά μάλιστα.

Και εδώ δεν μπορώ να μην αναφερθώ στον Σύριζα ως το μόνο κόμμα που, προς τιμήν του, δεν έσπευσε να πλειοδοτήσει σε υποκρισία και συντηρητισμό, παρά μίλησε για ανάγκη ερμηνείας του ξεσπάσματος, κάτι που δεν έχουμε δει ακόμα. Αν δεν θεωρήσουμε ότι ξαφνικά μια διόλου ευκαταφρόνητη μερίδα ανθρώπων αλλοφρόνησε κι άρχισε να τα σπάει, καλό είναι, αντί να σηκώνουμε διδακτικά το δάχτυλο και να κουνάμε με αποτροπιασμό το κεφάλι, να ασχοληθούμε με την ερμηνεία ενός φαινομένου που πέρσι τέτοιον καιρό πήρε διαστάσεις χιονοστιβάδας.

Τέταρτον, απουσία αιτημάτων από την πλευρά των διαδηλωτών. Πέρα από το αναμενόμενο αντιμπατσικό κλίμα και την επικαιροποίηση του “μπάτσοι, γουρούνια, δολοφόνοι” (σύνθημα το οποίο οικειοποιήθηκε η νέα γενιά σε άπειρες παραλλαγές, π.χ. “το πιο ωραίο φρούτο είναι το πεπόνι, μπάτσοι γουρούνια δολοφόνοι”), δεν διατυπώθηκαν συγκεκριμένα αιτήματα, ούτε υπήρξε κάποια διεκδίκηση. Η όλη εξέγερση έβγαζε μένος όχι μόνο “κατά παντός υπευθύνου” για τη δολοφονία, αλλά και εναντίον του συστήματος, της κοινωνίας, κανενός και των πάντων. Ίσως γι'αυτό να έσβησε όσο γρήγορα άναψε.

Και μετά; Μετά δεν υπάρχουν βεβαιότητες. Δεν μπορώ να ξέρω αν η 6η Δεκεμβρίου θα καταστεί επέτειος που θα ανανοηματοδοτεί κάθε φορά το περιεχόμενό της ανάλογα με τις ανάγκες κάθε εποχής, όπως γίνεται με το Πολυτεχνείο, ή αν θα μείνει “ανάμνηση παλιά, κίτρινο γράμμα στο συρτάρι”. Αυτό για το οποίο είμαι πεπεισμένη είναι ότι ο Δεκέμβρης του 2008, ως ημερομηνία-σταθμός και σημείο αναφοράς, θα αποτελέσει τη συμβολική και ιδεολογική παρακαταθήκη της γενιάς που τώρα ενηλικιώνεται και δεν ξέρουμε ακόμα αν και πόσο θα μας εκπλήξει...

5 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

Ωραίο κείμενο. Έστω ότι δεν καταλαβαίνουμε αυτό που ξαφνικά ξέσπασε· να αποφύγουμε όμως την εύκολη περιφρόνηση, την "τακτική δουλεία του δικαστή που δεν καταλαβαίνει" (έγραψα κι αλλού, και είπε κάποτε ο Σαββόπουλος).

k1 είπε...

Δύτη, εμείς να καταλάβουμε προσπαθούμε, οι φετινές ορδές Χρυσοχοϊδη όμως δεν βοηθάνε την κατάσταση ούτε στην ερμηνεία, ούτε στην πράξη. Κι αν ήταν με μια καταδίκη της όποιας πλευράς ή και των δύο να βγάζαμε συμπέρασμα ή να μας έλυνε το πρόβλημα, δεν θα ήμασταν εδώ τώρα να συζητάμε, θα είχαμε κλείσει όλες μας τις υποθέσεις και θα πίναμε φραπόγαλο. Αυτό για το update που λόγω χρόνου και νεύρων δεν γράφτηκε :)

Ανώνυμος είπε...

Να μην παρεξηγηθώ, το σχόλιό μου ήταν ενισχυτικό της ανάρτησής σου, όχι εναντίον της! :)

k2 είπε...

k1, δεν έχουμε πει δεν θα τρομοκρατείς τον κόσμο; :)

@ Δύτη,
μην ανησυχείς, δεν νομίζω ότι σε παρεξήγησε. και το τσαντισμένο ύφος της δεν απευθύνεται σ'εσένα, έτσι γενικά τά'χει πάρει :)

k1 είπε...

Δύτη καθόλου μα καθόλου εναντίον σου δεν ήταν το σχόλιο! Ίσα ίσα, προς επίρρωσιν του επιχειρήματος πήγαινε. Άσε που με κάλυψε κι η ανάρτησή σου. Απλώς μου φαίνεται τόσο παράλογο το ΜΠΑΤΣΟΚ που τα έχω πάρει ποικιλοτρόπως...